- περιοδυνῶντα
- περϊοδυνῶντα , περί-ὀδυνάωcausepres part act neut nom/voc/acc plπερϊοδυνῶντα , περί-ὀδυνάωcausepres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.